( Άξιον Εστί ) Η ΓΕΝΕΣΙΣ
Στην
αρχη το φως και η ωρα η πρωτη
που
τα χειλη ακομη στον πηλο
δοκιμαζουν
τα πραγματα του κοσμου
Αιμα
πρασινο και βολβοι στη γη χρυσοι
Πανωραια
στον υπνο της απλωσε και η θαλασσα
γαζες
αιθερος τις αλευκαντες
κατω
απο τις χαρουπιες και τους μεγαλους ορθιους φοινηκες
Εκει
μονος αντικρισα
τον
κοσμο
κλαιγοντας
γοερα
Η
ψυχη μου ζητουσε Σηματωρο και Κηρυκα
Ειδα
τοτε θυμαμαι
τις
τρεις Μαυρες Γυναικες2.
vα
σηκωνουν τα χερια κατα την Ανατολη
Χρυσωμενη
τη ραχη τους και το νεφος που αφηναν
λιγο-λιγο
σβηνοντας
δεξια
Και φυτα σχηματων αλλων
Ηταν
ο ηλιος με τον αξονα του μεσα μου
πολυαχτιδος
ολος που καλουσε Και
αυτος
αληθεια που ημουνα Ο πολλους αιωνες πριν
Ο
ακομη χλωρος μες τη φωτια Ο ακοπος απ' τον ουρανο
Ενιωσα
ηρθε κι εσκυψε
πανω
απο το λικνο μου
ιδια
η μνημη γιναμενη παρον
τη
φωνη πηρε των δεντρων, των κυματων:
"Εντολη
σου, ειπε, αυτος ο κοσμος
και
γραμμενος μες τα σπλαχνα σου είναι
……………………………………………………………….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου