Λήθη
Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
την πίκρα της ζωής. 'Οντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουππο ακλουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και νά ναι
την πίκρα της ζωής. 'Οντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουππο ακλουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και νά ναι
Τέτοιαν
ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση~
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,
ά στάξει γι' αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.
στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση~
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,
ά στάξει γι' αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.
Κι αν
πιούν θολό νερό ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδήλι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.
διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδήλι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.
'Α δε
μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
θέλουν, μα δε βολεί να λησμονήσουν.
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
θέλουν, μα δε βολεί να λησμονήσουν.
Πατρίδα
Πάλε ξυπνάει τῆς ἄνοιξης τ᾿ ἀγέρι
στὴν πλάση μυστικῆς ἀγάπης γλύκα,
σὰν νύφ᾿ ἡ γῆ, πὄχει ἄμετρα ἄνθη προίκα,
λάμπει ἐνῶ σβηέται τῆς αὐγῆς τ᾿ ἀστέρι.
στὴν πλάση μυστικῆς ἀγάπης γλύκα,
σὰν νύφ᾿ ἡ γῆ, πὄχει ἄμετρα ἄνθη προίκα,
λάμπει ἐνῶ σβηέται τῆς αὐγῆς τ᾿ ἀστέρι.
Πεταλοῦδες πετοῦν ταίρι μὲ ταίρι,
ἐδῶ βουίζει μέλισσα, ἐκεῖ σφήκα·
τὴ φύση στὴν καλή της ὥρα ἐβρῆκα,
λαχταρίζει ἡ ζωὴ σ᾿ ὅλα τὰ μέρη.
ἐδῶ βουίζει μέλισσα, ἐκεῖ σφήκα·
τὴ φύση στὴν καλή της ὥρα ἐβρῆκα,
λαχταρίζει ἡ ζωὴ σ᾿ ὅλα τὰ μέρη.
Κάθε μοσχοβολιὰ καὶ κάθε χρῶμα,
κάθε πουλιοῦ κελάηδημα ξυπνάει
πόθο στὰ φυλλοκάρδια μου κι ἐλπίδα
κάθε πουλιοῦ κελάηδημα ξυπνάει
πόθο στὰ φυλλοκάρδια μου κι ἐλπίδα
νὰ σοῦ ξαναφιλήσω τ᾿ ἅγιο
χῶμα,
νὰ ξαναϊδῶ καὶ τὸ δικό σου Μάη,
ὄμορφή μου, καλή, γλυκειὰ πατρίδα.
νὰ ξαναϊδῶ καὶ τὸ δικό σου Μάη,
ὄμορφή μου, καλή, γλυκειὰ πατρίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου